Η
προωθούμενη αξιολόγηση των σχολικών μονάδων & των εκπαιδευτικών:
οξυγόνο
ή ασφυκτικός έλεγχος και χειραγώγηση;
Συναδέλφισσες,
συνάδελφοι,
Πριν από λίγες
μέρες ο λαλίστατος πρόεδρος του ΙΕΠ Γιάννης Αντωνίου μέσα από δηλώσεις του, μας
ενημέρωσε ότι από το Σεπτέμβριο θα ξεκινήσει η αξιολόγηση της σχολικής μονάδας
και στη συνέχεια η ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών «με αποκλειστικό στόχο
τη διαρκή βελτίωση, την επιβράβευση αλλά
και την αναβάθμιση του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου». Παράλληλα μας ενημέρωσε
ότι η αξιολόγηση αποτελεί το «οξυγόνο»
των εκπαιδευτικών συστημάτων και φυσικά «η αξιολόγηση που θα εφαρμόσουμε δεν θα τιμωρεί θα διορθώνει.
Υπάρχει η εμπειρία της εφαρμογής αξιολογικού συστήματος, που προέβλεπε το ΠΔ
152, η οποία έφτασε έως τα στελέχη της εκπαίδευσης το 2014, το σύστημα που
εφαρμόστηκε στα Πρότυπα & Πειραματικά Σχολεία το 2014 και το σύστημα
αυτοαξιολόγησης των σχολικών μονάδων την ίδια περίοδο. Θα αξιοποιήσουμε αυτή
την εμπειρία βελτιώνοντας τα αξιολογικά εργαλεία και ενισχύοντας τα εχέγγυα της αξιοκρατίας».
Υπενθυμίζουμε
ότι ο κ. Αντωνίου πριν καν αναλάβει τα νέα του καθήκοντα, έσπευσε να περιγράψει
τις νεοφιλελεύθερες κατευθύνσεις της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής της ΝΔ που
είναι σε εξέλιξη, μιλώντας για ανάγκη
«επιστροφής στην περίοδο 2010-2014» για «να ξαναχτιστεί αυτό που
γκρεμίστηκε» από τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, επισημαίνοντας μάλιστα, ότι «οι
δυνάμεις της αντιμεταρρύθμισης καιροφυλακτούν και ανασυντάσσονται». Αυτό που
ανασυντάσσεται όμως, είναι το σκοταδιστικό προσωπείο της πιο αντιδραστικής και
αυταρχικής εκπαιδευτικής πολιτικής της 4ετίας που νοσταλγεί ο κος Αντωνίου, η
οποία είχε εγκληματικές επιπτώσεις στη δημόσια εκπαίδευση και έχει αμετάκλητα καταδικαστεί στη
συνείδηση ολόκληρης της εκπαιδευτικής κοινότητας και συμπεριλάμβανε
μεταξύ άλλων: υποχρηματοδότηση, λιτότητα και αιματηρές περικοπές, κλείσιμο και συγχωνεύσεις
χιλιάδων σχολείων, κατάργηση Τομέων και Ειδικοτήτων, διαθεσιμότητες, απολύσεις,
υποχρεωτικές μεταθέσεις και μετατάξεις εκπαιδευτικών, αξιολόγηση-χειραγώγηση με
ποσοστώσεις για υπηρεσιακή στασιμότητα-απόλυση, πειθαρχικό αυθαιρεσίας και
αυτοδίκαιη αργία, αύξηση ωραρίου, μειώσεις μισθών, αδιοριστία και ελαστικοποίηση εργασιακών σχέσεων, πολιτική επιστράτευση,
ποινικοποίηση μαθητικών κινητοποιήσεων και περιορισμό συνδικαλιστικών
δικαιωμάτων. Οι διαθεσιμότητες του 2013
ήταν μια ευθεία αμφισβήτηση της
συνταγματικά κατοχυρωμένης μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων!
Μάλιστα –κατά
τον κ. Αντωνίου- οι κατευθύνσεις αυτής της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής, έπρεπε να
νομοθετηθούν άμεσα εντός του 2019 «τώρα που το κλίμα είναι ευνοϊκό και όχι μετά
από δύο χρόνια», για να αντιμετωπιστεί το «απροϋπόθετο σχολείο» της «ραστώνης»
και της «ήσσονος προσπάθειας» και «ο εξισωτισμός προς τα κάτω». Προφανώς ο
Πρόεδρος του ΙΕΠ έχει επίγνωση των δίκαιων αντιδράσεων που θα
δημιουργήσει η νεοφιλελεύθερη πολιτική
που υπηρετεί, όχι μόνο στην εκπαιδευτική κοινότητα, αλλά και σε ολόκληρη
την ελληνική κοινωνία, που θα υπερασπιστεί, όπως οφείλει -και όπως έκανε πάντα-
το δημόσιο δωρεάν αγαθό της Παιδείας και το μέλλον της ίδιας και των παιδιών
της.
Ο κ. Αντωνίου
δεν λέει φυσικά κάτι καινοφανές! Μια μικρή αναδρομή στις δηλώσεις στελεχών της
ΝΔ επιβεβαιώνει τους σχεδιασμούς της πιο σκληρής νεοφιλελεύθερης λογικής, που θα οδηγήσουν
στην υποβάθμιση και τη διάλυση του δημόσιου σχολείου, στην παράδοσή του στους
ιδιώτες, και στη λειτουργία της εκπαίδευσης σε μηχανισμό που θα αποκλείει τους
μη προνομιούχους!
- Ο Πρωθυπουργός
Κ. Μητσοτάκης επανειλημμένα έχει μιλήσει για το δόγμα αξιολόγηση παντού και για όλους! Σε παλαιότερες δηλώσεις του
είχε τονίσει: «Όλοι, ωστόσο, αξιολογούνται για τη βελτίωση, αλλά και την επιβράβευσή
τους: Τα σχολεία από τους διδάσκοντες, τους μαθητές και τους γονείς, ενώ
το Υπουργείο κρίνει τις επιδόσεις των εκπαιδευτικών μονάδων, αλλά
εισπράττει και τη δική τους κριτική. Σε διοικητικό επίπεδο, τέλος, παύει ο
εναγκαλισμός Κράτους-Παιδείας. Ο
διευθυντής του σχολείου αναβαθμίζεται, αξιολογείται αυστηρά, αλλά αποκτά
και πρόσθετους βαθμούς ελευθερίας».
Δυστυχώς για τον ίδιο τα
πεπραγμένα της εξάμηνης διακυβέρνησής του μαρτυρούν περισσότερο πως
αντιλαμβάνονται την αξιολόγηση και την αξιοκρατία: όχι για την αναζήτηση
των αρίστων αλλά κυρίως των αρεστών!
- Παραμονές
των εκλογών του Ιουλίου 2019 ο κ Χατζιδάκις δήλωνε για τα θέματα Παιδείας
μεταξύ άλλων:
ü Αυτονομία
σχολικών μονάδων – διαφορετικά
μαθήματα ανά σχολείο: «Το παιδί στο Καρπενήσι και το παιδί στο
Μαρούσι να μην κάνουν ακριβώς τα ίδια μαθήματα. Αντίθετα, πρότεινε, το
10-20% των μαθημάτων να καθορίζονται από τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς καθώς,
σύμφωνα με τον ίδιο, είναι διαφορετικές οι κοινωνίες και διαφορετική η τοπική
οικονομία», προσθέτοντας πως «αυτό
είναι το παράδειγμα που εφαρμόζεται στο εξωτερικό και στις προηγμένες χώρες της
Ευρώπης». Πράγματι, αυτός ο τρόπος
εφαρμόζεται ήδη σε κάποιες χώρες, με συνέπεια τη δημιουργία πολλών επιλογών,
μείωση αντικειμένων, μείωση καθηγητών και δημιουργία θεματικών σχολείων πολλών
ταχυτήτων. Σε κάποιες χώρες το αποτέλεσμα ήταν να κλείσουν σχολεία και η
μαθητική διαρροή να φτάσει σε ανησυχητικά ποσοστά.
ü
Αξιολόγηση
σχολικών μονάδων από γονείς-δημοσιοποίηση αποτελεσμάτων:
«Εμείς
λέμε αξιολόγηση των σχολικών μονάδων με
τη συμμετοχή των γονέων. Θα αξιολογείται
το 1ο λύκειο Αμαρουσίου, το 2ο Γυμνάσιο Αμαρουσίου, απρόσωπα, και θα
υπάρχει μια κατάταξη σε Portal
του υπουργείου Παιδείας όπως γίνεται και στη Φινλανδία». Με αυτή την πρακτική ανοίγει ο δρόμος για την κατηγοριοποίηση σχολείων και για την
χρηματοδότησή τους ανάλογα με τη αξιολόγηση και τα vouchers. Σε όποιο
εκπαιδευτικό σύστημα εφαρμόστηκαν οι αξιολογικές πλατφόρμες σχολείων έχουν
οδηγήσει σε κοινωνικό διαχωρισμό και κατηγοριοποίηση σχολείων και μαθητών, με
βάση κοινωνικο-οικονομικά και πολιτισμικά κριτήρια.
ü Πρότυπα
σχολεία σε κάθε νομό. «Μιλάμε
για ένα πρότυπο σχολείο σε κάθε νομό και σε κάθε μεγάλη διοικητική ενότητα της
Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Γιατί τα
πρότυπα είναι σχολεία ευκαιριών για τα ταλαντούχα παιδιά των μεσαίων και των φτωχών
οικογενειών. Τα πρότυπα σχολεία είναι πραγματική κοινωνική πολιτική». Ο κοινωνικός ρατσισμός, η αποθέωση του ατομικισμού και
της Θατσερικής αντίληψης «ο ικανός
προχωράει και οι άλλοι θα είναι υπεύθυνοι για τη φτώχεια τους»
εφαρμόζεται στο σχολείο του μέλλοντος της ΝΔ.
- Κατά την
διάρκεια των προγραμματικών δηλώσεων της Κυβέρνησης ΝΔ πίσω από τα ωραία
λόγια και τις σκόπιμες σιωπές, φάνηκαν ξεκάθαρα τα σχέδια της:
ü Μέσα στα πλαίσια αυτά ανακοίνωσαν
την επαναφορά της αξιολόγησης του
εκπαιδευτικού και της σχολικής μονάδας, συνδέοντάς
τη μάλιστα -για να χρυσώσει το χάπι- με την επιμόρφωση, η οποία από εφόδιο αναβάθμισης
του εκπαιδευτικού έργου, θα μετατραπεί
σε δήθεν «δεύτερη ευκαιρία» για τους «ανεπαρκείς». Στο ίδιο πλαίσιο,
εντάσσεται και η επαναφορά των σχολικών συμβούλων, με επιστροφή στις αλήστου
μνήμης εποχές του επιθεωρητισμού! Παράλληλα, η σύνδεση της αξιολόγησης των
πανεπιστημιακών ιδρυμάτων με τη χρηματοδότησή τους που ανακοινώθηκε, ανοίγει το
δρόμο για την εφαρμογή αντίστοιχων πρακτικών στην Πρωτοβάθμια και
Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Η ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων των
εκπαιδευτικών, η εντατικοποίηση της εργασίας τους, η υποβάθμιση των όρων και
των συνθηκών παραγωγής του εκπαιδευτικού έργου και η εργασιακή ανασφάλεια που
βιώσαμε ως κλάδος τη μνημονιακή δεκαετία και ιδιαίτερα την περίοδο
Αρβανιτόπουλου, θα επιδεινωθούν περαιτέρω, μέσα σε ένα ασφυκτικό και αυταρχικό
πλαίσιο του σχολείου της αγοράς, των χορηγών και της «αξιολόγησης».
ü Το αυτόνομο σχολείο που εξαγγέλλουν σε
κάθε ευκαιρία, οδηγεί στην υποχρηματοδότηση και την αναζήτησή χορηγών,
ενώ η «απελευθέρωση» του εκπαιδευτικού από τον «σφιχτό εναγκαλισμό του
υπουργείου» και τα προγράμματα σπουδών, υποκρύπτουν τη δημιουργία σχολείων δύο
ταχυτήτων, οξύνοντας την κοινωνική ανισότητα και τον αποκλεισμό. Στο ίδιο
πλαίσιο εντάσσεται και η επαναφορά ενός σκληρού εξετασιοκεντρικού συστήματος
με Τράπεζα Θεμάτων καθώς και η επαναθεσμοθέτηση του Εθνικού
Απολυτήριου για πρόσβαση στην τριτοβάθμια, με συνυπολογισμό της
βαθμολογίας και των τριών τάξεων του Λυκείου. Την ίδια αντίληψη για την
εκπαίδευση υπηρετούν οι εξαγγελίες για καθορισμό ελάχιστης βάσης
εισαγωγής στην τριτοβάθμια το 10, όπως και η δυνατότητα που θα
δοθεί στα πανεπιστήμια να ορίζουν βάση εισαγωγής υψηλότερη της
ελάχιστης και να καθορίζουν τον αριθμό των εισακτέων, περιορίζοντάς τον
δραματικά. Οι υπόλοιποι θα
διοχετεύονται προς ιδιωτικά κολλέγια και πανεπιστήμια, αν μπορούν να
ανταποκριθούν οικονομικά, και εάν όχι, στην επαγγελματική κατάρτιση. Είναι άραγε τυχαία η διάταξη που κατατέθηκε στη Βουλή με
την οποία θα γίνονται δεκτά τα πτυχία που χορηγούνται από εκπαιδευτικά ιδρύματα
της αλλοδαπής για το διορισμό των εκπαιδευτικών σε Πρωτοβάθμια και
Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση στα δημόσια σχολεία;
ü Πίσω από
την εξαγγελία του σχολείου της εξωστρέφειας με τη διασύνδεση με την αγορά
εργασίας, διαφαίνεται καθαρά η πρόθεση για παράδοσή του στην ιδιωτική
χρηματοδότηση και την εργαλειοποίηση της γνώσης με μοναδικό σκοπό
την ικανοποίηση των αναγκών της αγοράς εργασίας και όχι τη μόρφωση των
μαθητών/-τριών. Η ίδρυση προτύπων σε κάθε περιφέρεια, στο όνομα της
αριστείας, είναι εύηχο σχέδιο, στην πράξη όμως, θα
δημιουργήσει μια κλειστή ομάδα δημόσιων σχολείων για τους λίγους και εκλεκτούς,
που καμία σχέση δεν έχει με τη συνολική αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης που
διεκδικεί το εκπαιδευτικό κίνημα.
- Πάνω
στον άξονα αυτό κινούνται και οι δηλώσεις της κ. Κεραμέως: «Αξιολόγηση για
όλους. Αξιολόγηση, η οποία θα είναι χωρίς τιμωρητικό χαρακτήρα, με διπλή
στόχευση, πρώτον, να επιβραβεύσει τους αρίστους και δεύτερον να δώσει
κίνητρα για βελτίωση μέσω επιμόρφωσης σε όσους δεν αποδίδουν αρκετά έως
σήμερα».
Για να περάσουμε τώρα στην ουσία
του ζητήματος της αξιολόγησης οφείλουμε να τονίσουμε κάποια σημεία:
Μία από τις μεγαλύτερες κατακτήσεις του
εκπαιδευτικού κινήματος την περίοδο 2015-2019 ήταν η κατάργηση όλου του
νομοθετικού πλαισίου που αφορούσε στην ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και
την εξωτερική αξιολόγηση -κατηγοριοποίηση- σχολικών μονάδων. Δυστυχώς, ακόμη
και σήμερα –σαν να μην πέρασε μια μέρα- κάποιες συνδικαλιστικές παρατάξεις
επιμένουν να αποκρύπτουν την τεράστια αυτή κατάκτηση (όπως και όλες τις άλλες),
διαστρεβλώνοντας την πραγματικότητα! Η πραγματικότητα όμως τους διαψεύδει καθημερινά.
Το αίτημα του κλάδου (όπως αυτό είχε εκφραστεί στα συνέδρια της ΟΛΜΕ και στις
γενικές συνελεύσεις προέδρων) ήταν η
κατάργηση συγκεκριμένων νόμων που αφορούσαν στην αξιολόγηση. Οι νόμοι αυτοί
καταργήθηκαν! Συγκεκριμένα:
ü Με τους νόμους 4354/2015 (αρθ.34) και 4369/2016 (αρθ.28) καταργήθηκαν:
1. Τα άρθρα του νόμου 4024/2015 που προέβλεπαν σύνδεση
της μισθολογικής και βαθμολογικής μας εξέλιξης με την ατομική αξιολόγηση.
2. Το άρθρο 95 του νόμου 3528/2007 σύμφωνα με τον οποίο
«… υπάλληλος ο οποίος εγγράφεται σε δύο διαδοχικούς πίνακες μη προακτέων στον
ίδιο βαθμό παραπέμπεται (…) υποχρεωτικώς προς κρίση στο υπηρεσιακό συμβούλιο,
το οποίο […] μπορεί να τον απολύσει ή να τον υποβιβάσει κατά έναν βαθμό».
ü Με το νόμο 4547/2018 (αρθ.110) καταργήθηκαν:
1. Το ΠΔ 152/2013 που προέβλεπε την ατομική αξιολόγηση
των εκπαιδευτικών. Το ΠΔ 152 στο άρθρ. 16, παρ. 4 αναφέρει: «Οι
εκπαιδευτικοί που χαρακτηρίζονται ελλιπείς σε περισσότερα του ενός κριτήρια σε
μία εκ των κατηγοριών χαρακτηρίζονται συνολικά ελλιπείς, ασχέτως συνολικής
βαθμολογίας.»!! Στην επόμενη παρ. 5 του ιδίου άρθρου το ΠΔ συνδέεται με την παράγραφο 4 του
άρθρου 8 του ν. 4024/2011, που αναφέρει ότι «…οι
υπάλληλοι που περιλαμβάνονται σε πίνακα μη προακτέων στερούνται
του δικαιώματος για προαγωγή για τα επόμενα δύο έτη». Όμως δεν αρκούσε κάποιος να αξιολογηθεί ικανός για να προαχθεί στον επόμενο
βαθμό γιατί η αξιολόγηση έχει
προκαθοριστεί: από όσους εκπαιδευτικούς «αξιολογηθούν» θετικά μόνο
ένα ποσοστό θα περνούσε στον επόμενο βαθμό (το 100% από τον ΣΤ΄ στον
Ε΄ βαθμό, το 90% από τον Ε΄ στον Δ΄, το 80% από τον Δ΄ στον Γ΄, το
70% από τον Γ΄ στον Β΄, το 30% από τον Β΄ στον Α΄, νόμος 4024/11, άρθρο 7 παρ.
6). Άρα θα έπρεπε
να είναι «περισσότερο ικανός»
από τον συνάδελφο του. Μάλιστα στο άρθρο 7 παρ. 6 του ίδιου νόμου αναφερόταν
ότι «Με κοινή
απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης
και Οικονομικών, η οποία εκδίδεται μετά από εκτίμηση τόσο των υπηρεσιακών
αναγκών όσο και των δημοσιονομικών δυνατοτήτων τουλάχιστον ανά διετία, τα
προαναφερόμενα ποσοστά μπορούν να καθορίζονται χαμηλότερα…». Δηλαδή,
αν τα δημοσιονομικά της χώρας δεν πήγαιναν καλά, που δεν πήγαιναν, τότε λιγότεροι
εκπαιδευτικοί θα προβιβάζονταν στον επόμενο βαθμό και άρα περισσότεροι θα
καθηλώνονταν μισθολογικά! Επομένως, το ΠΔ 152/13 ήταν ένα μέρος του νομοθετικού
πλαισίου, μέσω του οποίου και με βάση την ατομική αξιολόγηση ο εκπαιδευτικός θα
οδηγούνταν σε μισθολογική και βαθμολογική καθήλωση, υποβιβασμό και απόλυση.
2. Ο νόμος
3848/2010 (Διαμαντοπούλου) – εξωτερική αξιολόγηση σχολικών μονάδων
3. Ο νόμος 2986/2002: «Οργάνωση των περιφερειακών
υπηρεσιών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, αξιολόγηση του
εκπαιδευτικού έργου και των εκπαιδευτικών και άλλες διατάξεις»
4. Ο νόμος 4142/13: Αρχή διασφάλισης ποιότητας «...
Αξιολογεί την ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου...»
5. Ο Νόμος 3879/10
(άρθρο 22, παρ.2) σύμφωνα με τον οποίο στο Δημοτικό Συμβούλιο «…Κατά την
εκπόνηση του τοπικού προγράμματος υποστήριξης της εκπαίδευσης λαμβάνονται υπόψη
οι εκθέσεις αξιολόγησης και τα προγράμματα δράσης που προβλέπονται στο άρθρο 32
ν.3848/10»
ü Η Υπουργική Απόφαση 1816/ΓΔ4/11-1-19 με το αντίστοιχο ΦΕΚ, όριζε τον προγραμματισμό και
την αποτίμηση της σχολικής μονάδας ως καθαρά εσωτερική/ανατροφοδοτική
διαδικασία (σύμφωνα δηλαδή με τη θέση της ΟΛΜΕ από 8ο συνέδριο),
χωρίς ποσοτικές φόρμες και κατηγοριοποίηση σχολείων. Ακόμα και η συμπερασματική
έκθεση των ΠΕΚΕΣ προς το ΙΕΠ αναφέρει μόνο το πλήθος των δράσεων ανά σχολείο
χωρίς ονομαστική αναφορά σχολείων.
Το ξεκάθαρο πλαίσιο, χωρίς φόρμες,
ηλεκτρονικές καταγραφές, δημοσιοποίηση των εκθέσεων, κατηγοριοποιήσεις και συγκρίσεις
σχολείων, όπως οριζόταν από το εν λόγω ΦΕΚ, αφήνει για άλλη μια φορά
έκθετους αυτούς που μιλούσαν τότε αλλά και σήμερα για «αξιολόγηση σχολικών
μονάδων». Το πλαίσιο αυτό που θα
μπορούσε να εφαρμοστεί από το Σεπτέμβρη του 2019 έχει τονιστεί επανειλημμένα
από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας ότι θα καταργηθεί!
Απέναντι στο εύλογο ερώτημα ποια μορφή
αξιολόγησης προτείνουμε η απάντηση είναι ξεκάθαρη: Εμείς είμαστε υπέρ της
αποτίμησης ή αυτοαξιολόγησης που έχει την έννοια της συλλογικής, συνεργατικής,
εσωτερικής και ανατροφοδοτικής διαδικασίας με κυρίαρχο όργανο τον σύλλογο
διδασκόντων, τόσο στην επιλογή των αξόνων, όσο και κυρίως στο πώς θα
αξιοποιήσει και πού θα αποστέλλει τα πορίσματα. Αυτή είναι η απάντηση του
εκπαιδευτικού και συνδικαλιστικού κινήματος στα νεοφιλελεύθερα σχέδια για το
σχολείο και στην άποψη που προωθείται στα ΜΜΕ ότι οι «καθηγητές δεν θέλουν
αξιολόγηση γιατί είναι τεμπέληδες κλπ». Σ’ αυτήν τη μορφή εμπλέκεται και η
στάση καθενός εκπαιδευτικού μέσα στο σύλλογο, αφού και τονίζει την δική του
συμμετοχή αλλά και τον θέτει μπροστά σε ευθύνες αυτοβελτίωσης με τη δέσμευσή
του ενώπιον του συλλόγου.
Το πρόβλημα συνεπώς δεν είναι ο ήδη
ψηφισμένος νόμος –που θα καταργηθεί- αλλά οι αλλαγές που προωθούνται από την
Κυβέρνηση των «αρίστων»! Αυτοί που στο παρελθόν αλλά και σήμερα ζητούσαν την
κατάργηση του νόμου 4547/2018 γνωρίζουν πολύ καλά ότι η κατάργηση του νόμου
σημαίνει την επαναφορά όλου του αντιδραστικού πλαισίου της αξιολόγησης! Η δαιμονοποίηση
της πραγματικότητας στο ζήτημα της αξιολόγησης, εκτός ότι είναι στείρα και
αδιέξοδη, σπέρνει την απογοήτευση και την παραίτηση στους εκπαιδευτικούς,
πείθοντας τους ότι όλα είναι τετελεσμένα και άρα μάταιη η όποια αντίδραση. Είναι προφανές ότι σε μελλοντική αλλαγή του νόμου και κυρίως της
εξουσιοδοτικής Υπουργικής Απόφασης, που θα οδηγεί σε οποιαδήποτε μορφή
εξωτερικής αξιολόγησης σχολικής μονάδας πόσο μάλλον ατομικής αξιολόγησης
εκπαιδευτικού το εκπαιδευτικό κίνημα θα αντιταχθεί με όποιο μέσο χρειαστεί!
Συναδέλφισσες, συνάδελφοι
Όσα κατακτήσαμε
δεν κερδήθηκαν άπαξ. Με τους αγώνες μας οφείλουμε να μην υποτιμούμε αλλά να υπερασπιστούμε και να διευρύνουμε τις
κατακτήσεις μας, κόντρα στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που καραδοκούν να
επαναφέρουν τα πιο αντιλαϊκά μέτρα. Συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε για ένα
δημοκρατικό σχολείο με το σύλλογο διδασκόντων κυρίαρχο όργανο και τον διευθυντή συντονιστή, αιρετό και
ανακλητό από το σύλλογο. Το
οργανωμένο συνδικαλιστικό κίνημα με μαζικούς και ενωτικούς αγώνες πρέπει να
ανοίξει δρόμους για τη διεκδίκηση ριζικών δημοκρατικών αλλαγών στη
δημόσια εκπαίδευση και επιβάλλοντας εξελίξεις στην κατεύθυνση των θέσεων και
των αναγκών του κλάδου! Ο τριετής αποκλεισμός εκπαιδευτικών και μελών ΕΕΠ-ΕΒΠ,
οι οποίοι διορίζονται στα σχολεία στης Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας
Εκπαίδευσης και δεν αναλαμβάνουν υπηρεσία ή αναλαμβάνουν υπηρεσία και μέσα σε
ένα έτος από τη δημοσίευση του ΦΕΚ διορισμού παραιτούνται –παραβλέποντας φυσικά
την μεγάλη οικονομική τους επιβάρυνση σε αστικές και τουριστικές περιοχές αλλά
και την έλλειψη επιδόματος στέγασης των εκπαιδευτικών- είναι ένα πρώτο ζήτημα
που ανοίγεται μπροστά μας!
Αθήνα 28/1/2020
Νεκτάριος
Κορδής
Αιρετός
εκπρόσωπος των εκπαιδευτικών στο Κεντρικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο
του
Υπουργείου Παιδείας
Με
τις ΣΥΝΕΡΓΑΖΟΜΕΝΕΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ/ΣΥΝΕΚ
Κιν.
6977513534/ nekordis@yahoo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου