ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΟΛΑ ΤΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ

Full width home advertisement

Post Page Advertisement [Top]

ΣΥΝΕΡΓΑΖΟΜΕΝΕΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ

Για την αξιολόγηση σχολείων και στελεχών εκπαίδευσης

Ποιες προϋποθέσεις έβαζε το πολυσυζητημένο 8ο Συνέδριο;
Στο 8ο Συνέδριο (1997) της ΟΛΜΕ οριοθετούνταν  η έννοια της αξιολόγησης και οι προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες θα μπορούσε να λειτουργήσει, σύμφωνα με τις τότε θέσεις της ΟΛΜΕ. «Για μας η αξιολόγηση είναι μια δυναμική διαδικασία που πρέπει να συνδεθεί με ένα σύνολο θεσμικών αλλαγών, με γενναία χρηματοδότηση, με ουσιαστική επιμόρφωση, με ευελιξία στα αναλυτικά προγράμματα, με δημοκρατικές αλλαγές στο σύστημα διοίκησης και εποπτείας της εκπαίδευσης, με συμμετοχή των εκπαιδευτικών στο σχεδιασμό και τη χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής, με συνεργασία του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (σήμερα ΙΕΠ), των συνδικαλιστικών φορέων και του ΚΕΜΕΤΕ.» «Η αξιολόγηση … δεν είναι απόρροια των κελευσμάτων της αγοράς σε μια λογική ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας. Είναι  ένα πεδίο ανάπτυξης του κοινωνικού χαρακτήρα της Παιδείας.»
Στα 20 χρόνια που ακολούθησαν, και ενώ καμία από τις παραπάνω προϋποθέσεις δεν  υπήρξε, διαδοχικές κυβερνήσεις προσπάθησαν με αυταρχικό τρόπο και παρόμοιες τακτικές να επιβάλλουν την αξιολόγηση - χειραγώγηση των εκπαιδευτικών, αποτυγχάνοντας πάντα κάτω από τη σθεναρή αντίσταση του εκπαιδευτικού κινήματος.
Ποιες είναι οι σημερινές προϋποθέσεις;
Σήμερα, μετά από 7 χρόνια μνημονιακών περικοπών και αντιεκπαιδευτικών πολιτικών  που οδήγησαν στην εγκατάλειψη του δημόσιου σχολείου αλλά και στην επισφάλεια των εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών, ο νέος υπουργός Παιδείας θέτει  στις προτεραιότητές του την αξιολόγηση, ως προαπαιτούμενο των δεσμεύσεων του 3ου μνημονίου και των κατευθύνσεων της ΕΕ1 και του ΟΟΣΑ.
Στο Μνημόνιο Συνεννόησης (Αύγουστος 2015) στο πλαίσιο του τρίτου  προγράμματος οικονομικής προσαρμογής (ενότητα 4.1, όπως επικαιροποιήθηκε τον Ιούνιο του 2016), προβλέπεται ότι η επανεξέταση πρέπει να καλύψει όλα τα επίπεδα εκπαίδευσης, και μεταξύ άλλων «την αξιολόγηση των σχολείων και των εκπαιδευτικών».
Θεωρείται μάλιστα από τους «Θεσμούς» «ανησυχητικό το γεγονός ότι έχουν ανασταλεί οι διαδικασίες για την αξιολόγηση των σχολείων και των εκπαιδευτικών ακόμα και στην ιδιωτική́ εκπαίδευση (ΟΟΣΑ 2016). Η αρμόδια διοικητική́ αρχή́ (ΑΔΙΠΠΔΕ) δεν επιτελεί έτσι πλήρως την αποστολή́ της, που συνίσταται στη διασφάλιση της ποιότητας και στην αξιολόγηση»
Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ(2011) η οποία μπορεί μεν να επικαιροποιηθεί όπως του ζητήθηκε αλλά δεν θα αλλάξει τις κατευθύνσεις του, «Η Ελλάδα αντιμετωπίζει μείζονα πρόκληση στη δημιουργία μιας κουλτούρας αξιολόγησης, καθώς ιστορικά επικρατεί κλίμα δυσπιστίας ως προς τις εξωτερικές αξιολογήσεις, ειδικότερα όσον αφορά το επάγγελμα του εκπαιδευτικού. …. Επειδή το αποτελεσματικό σύστημα αξιολόγησης αποτελεί κρίσιμο στοιχείο που λείπει στην Ελλάδα, το πρόγραμμα της αυτοαξιολόγησης του σχολείου πρέπει να συνεχιστεί ως κεντρική προτεραιότητα και το μοντέλο θα πρέπει να επεκταθεί σε όλα τα σχολεία το συντομότερο δυνατόν. Και αυτό δεν αποτελεί παρά μόλις ένα πρώτο βήμα προς ένα πιο ολοκληρωμένο πλαίσιο πολιτικής αξιολόγησης.» (100) «Κατά τη δημιουργία μιας πολιτικής, η αξιολόγηση της σχολικής μονάδας, του εκπαιδευτικού καθώς και τα τυποποιημένα τεστ για την αξιολόγηση των μαθητών σε εθνικό επίπεδο πρέπει να εξεταστούν μαζί»(104)

           
Πόσο αθώα είναι η αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων και η αξιολόγηση των στελεχών  που προτείνει το Υπουργείο;
Τα παραπάνω δεδομένα ερμηνεύουν τόσο την επανεμφάνιση της αξιολόγησης στα Πορίσματα του Εθνικού διαλόγου (Γαβρόγλου, Λιάκου), όσο και τις προθέσεις του νέου Υπουργού να συμπεριλάβει την αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων στο τριετές του σχέδιο και να ξεκινήσει άμεσα με την αξιολόγηση των στελεχών εκπαίδευσης (13 Περιφερειακοί Διευθυντές Εκπαίδευσης, Διευθυντές Εκπαίδευσης, Σχολικοί Σύμβουλοι, Διευθυντές σχολείων).
Η ωραιοποιημένη παρουσίαση της αυτοαξιολόγησης και οι διαβεβαιώσεις του υπουργού ότι θα νομοθετηθεί μετά από διάλογο και ότι δεν θα έχει αρνητικές συνέπειες για τα σχολεία και το εκπαιδευτικό προσωπικό, αφυπνίζουν παρά καθησυχάζουν τους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι έδωσαν σκληρές μάχες για την ακύρωση της  αξιολόγησης - χειραγώγησης και την κατάργηση του  ΠΔ 152 και του πλέγματος των νόμων που το πλαισίωναν, για τους παρακάτω λόγους:
α) Παρά την αποσύνδεση της ατομικής αξιολόγησης με τη βαθμολογική-μισθολογική εξέλιξη (κατάργηση από την κυβέρνηση διατάξεων κυρίως του Ν. 4024/11), το νομοθετικό πλαίσιο ΠΔ 152 «πάγωσε» αλλά δεν καταργήθηκε, ενώ παραμένουν σε ισχύ μια σειρά νόμοι που συνδέουν την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας με την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού και την εξωτερική αξιολόγηση: Ν.3848/10,άρθ. 32, παρ. 7 «την αξιολόγησης δράσης της σχ. μονάδας ακολουθεί η αξιολόγηση των εκπ/κών», Ν. 3879/10 άρθρο 22, παρ.2 (συνδέει αξιολόγηση σχ. μονάδας με εξωτερική αξιολόγηση από δήμους), Ν.4142/13 άρθρο 9, ββ και γγ (κριτήρια ατομικής αξιολόγησης τα μαθησιακά αποτελέσματα/αξιολόγηση εκπ/κού από μαθητές και γονείς).
β) Οι απαιτήσεις των θεσμών για εφαρμογή της  αξιολόγησης προκειμένου να γίνουν διορισμοί και να αυξηθούν οι δαπάνες, πράγμα που παραδέχτηκε ο ίδιος ο υπουργός κ. Γαβρόγλου (1/12/16), αν συνδυαστούν με το Υπόμνημα Λιάκου που προηγήθηκε και προέβλεπε προσοντολόγιο και σύνδεση της ατομικής αξιολόγησης του καθηγητή με τις επιδόσεις των μαθητών, όπως και οι κυνικές του δηλώσεις ότι όσοι εκπαιδευτικοί δεν μπορούν να προσαρμοστούν στις αλλαγές πρέπει «να μεταταγούν» και στη θέση τους να προσληφθούν  νέοι «άξιοι» και «πρόθυμοι», επιτείνουν τη βεβαιότητα ότι η ατομική αξιολόγηση θα είναι το επόμενο βήμα.  
γ)Σε αυτή την κατεύθυνση θεωρούμε ότι είναι η προετοιμασία από το Υπουργείο νομοθετικής ρύθμισης για την αναβάθμιση της Αρχής Διασφάλισης της Ποιότητας (ΑΔΙΠΔΕ), καθώς και η συγκρότηση Επιτροπής στο ΙΕΠ για την κατάθεση πρότασης για την αποτίμηση - αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων και του εκπαιδευτικού έργου.
δ) Ταυτόχρονα αν συνδέσουμε τις «συστάσεις» των «Θεσμών» για αξιολόγηση με τις «οδηγίες»   για αναδιάρθρωση της εκπ/σης που δίνει η  έκθεση της ΕΕ, και με τις «διαπιστώσεις» της για χαμηλότερη από τον ευρωπαϊκό Μ.Ο. αναλογία μαθητών - εκπ/κού και για υπογεννητικότητα κατά 25%, διαφαίνεται καθαρά πού θα στοχεύσει η Αυτοαξιολόγηση αν εφαρμοστεί (κατηγοριοποιήσεις, συγχωνεύσεις και κλείσιμο σχολείων), παρά τις διαβεβαιώσεις που δίνονται για το αντίθετο.
Οι θέσεις των ΣΥΝΕΚ μέχρι σήμερα:
Α) Απόσπασμα από ανακοίνωση ΣΥΝΕΚ «Οι απαιτήσεις των δανειστών και η Αξιολόγηση» (10/2016)
«…Σε κάθε περίπτωση, το συνδικαλιστικό κίνημα είναι αποφασισμένο να ακυρώσει κάθε προοπτική επαναφοράς της αξιολόγησης - χειραγώγησης.  Η αντίδραση του κλάδου θα είναι άμεση και δυναμική όπως έγινε και στο πρόσφατο παρελθόν. Η αξιολόγηση, βασική κατεύθυνση του ΟΟΣΑ και των μνημονιακών πολιτικών, όχι μόνο αποτελεί για εμάς κόκκινη γραμμή, αλλά αν επιχειρηθεί, θα είναι ένα αντιδραστικό πισωγύρισμα και ένα καίριο πλήγμα τόσο για τη δημόσια εκπαίδευση, όσο και για τους εκπαιδευτικούς. Είναι ξεκάθαρο ότι σε καμία περίπτωση δε θα ανεχτούμε μια τέτοια καταστροφική επιλογή που γυρίζει δεκαετίες πίσω τη δημόσια εκπαίδευση. Ο κλάδος μας έχει σαφείς θέσεις απέναντι στην αξιολόγηση, οι οποίες στηρίζονται στις ψηφισμένες αποφάσεις των Συνεδρίων και των Γενικών μας Συνελεύσεων. Έχουμε δώσει μεγάλους αγώνες εναντίον της αξιολόγησης - χειραγώγησης που προσπάθησαν να εφαρμόσουν οι προηγούμενες κυβερνήσεις, και καταφέραμε να την “παγώσουμε”. Θα συνεχίσουμε μέχρι την οριστική της κατάργηση, υπερασπίζοντας τα εργασιακά μας δικαιώματα και την ποιοτική αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης.»
Β)Απόσπασμα από ανακοίνωση ΣΥΝΕΚ «Μύθοι και αλήθειες για την Αξιολόγηση» (4/ 2016)
«…Το ερώτημα επομένως που τίθεται είναι για ποια αξιολόγηση μιλάμε, για ποιο σκοπό γίνεται, από ποιους γίνεται και πώς συνδέεται με τα μεγάλα προβλήματα της εκπαίδευσης και τις επιλογές του κινήματός μας. Η φερόμενη ως «αξιολόγηση» που έχει γίνει καραμέλα, σαν πανάκεια για την «ορθολογική» λειτουργία του δημόσιου σχολείου στη λογική όρων οικονομίας, και στείρα εξέταση δεικτών και αριθμών, δεν μπορεί επουδενί να λύσει προβλήματα και παθογένειες του εκπαιδευτικού συστήματος, είτε αυτή είναι η τιμωρητική αξιολόγηση, είτε η επιβραβευτική, ή η αξιολόγηση που θα χειραγωγεί την εκπαιδευτική διαδικασία υπό την παρακολούθηση δεικτών των επιτροπών «σοφών» της εκπαίδευσης. Δεν μπορεί να οριστεί η έννοια της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού γιατί η εκπαιδευτική δυνατότητα αλληλεπίδρασης με τους μαθητές μας δεν ποσοτικοποιείται, ούτε μετριέται με αριθμούς. Είναι επίσης δεδομένο ότι οποιαδήποτε προσπάθεια ανατροφοδότησης του εκπαιδευτικού έργου και αναπροσδιορισμού στόχων και λειτουργιών του σχολείου, δεν μπορεί να  αποτελεί ατομική μέτρηση αλλά κοινωνική και συλλογική κατεύθυνση. Ο σύλλογος διδασκόντων είναι αυτός που πρέπει να διαμορφώνει το πλαίσιο καλής λειτουργίας του σχολείου σε ένα περιβάλλον παιδαγωγικής ελευθερίας και δημοκρατίας,  και οι εκπαιδευτικοί του να αλληλοτροφοδοτούνται και να αλληλοϋποστηρίζονται σε ένα κλίμα εμπιστοσύνης και συνεργασίας».
Ποια είναι η θέση των ΣΥΝΕΚ σήμερα;
Το εκπαιδευτικό κίνημα συνεχίζοντας να παλεύει για την ικανοποίηση του συνόλου των αιτημάτων του, που αποτελούν και ουσιαστική προϋπόθεση για την αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης, δεν μπορεί παρά να στοχεύει και σε άμεσες προτάσεις που έχουν να κάνουν με τη βελτίωση του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου προς όφελος του δημόσιου σχολείου και των μαθητών. Η υλοποίηση αυτών των  προτάσεων  μπορεί να δημιουργήσει ένα νέο δημοκρατικό θεσμικό πλαίσιο παρεμβάσεων και διαδικασιών στην εκπαιδευτική – μορφωτική λειτουργία κάθε σχολικής μονάδας. Βασική αρχή πρέπει να είναι η συλλογικότητα και η συνεργασία των εμπλεκομένων φορέων (εκπ/κών, γονέων/μαθητών).
Σε αυτή την κατεύθυνση, και για την ανατροφοδότηση που είναι αναγκαία για το εκπαιδευτικό μας έργο παραμένουμε στη θέση μας για την αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου ως αποκλειστικά όμως εσωτερικής, συλλογικής και ενδοσχολικής διαδικασίας, χωρίς καμία απολύτως εξωτερική παρέμβαση ή αξιολόγηση, υπό τον όρο ότι θα υλοποιηθούν οι παρακάτω προϋποθέσεις, που αφορούν πάγιες διεκδικήσεις μας:
  • Πλήρης κατάργηση όλου του πλέγματος της αξιολόγησης που έχει νομοθετηθεί τα προηγούμενα χρόνια και συνδέει την αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας με την ατομική και την εξωτερική αξιολόγηση.
  • Νέο θεσμικό πλαίσιο δημοκρατικών αλλαγών στο σύστημα διοίκησης και εποπτείας της εκπαίδευσης, αναβάθμιση του ρόλου του Συλλόγου, συμμετοχή των εκπαιδευτικών στο σχεδιασμό και τη χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής.
  • Θεσμικό πλαίσιο που θα κατοχυρώνει διαδικασίες αποκλειστικά εσωτερικής συλλογικής αποτίμησης του εκπ/κού έργου με καθοριστικό το ρόλο του Συλλόγου και μέτρα παιδαγωγικής και διδακτικής στήριξης του εκπ/κού.
  • Ουσιαστική Επιμόρφωση σύμφωνα με τις θέσεις της ΟΛΜΕ.
  • Αύξηση δαπανών - γενναία χρηματοδότηση της δημόσιας εκπαίδευσης, μαζικοί μόνιμοι διορισμοί, στελέχωση των σχολείων με το απαραίτητο διοικητικό και επιστημονικό προσωπικό.
Δεν υποχωρούμε ούτε βήμα από τις θέσεις μας. Η προτεινόμενη από το Υπουργείο αυτοαξιολόγηση, όσο και αν παρουσιάζεται εντέχνως με θετικά χαρακτηριστικά, είναι ξεκάθαρο ότι σε εποχές μνημονίων και νεοφιλελεύθερων επιταγών, θα οδηγήσει στον ανταγωνισμό, στην κατηγοριοποίηση και το κλείσιμο σχολείων. Με όποιο όνομα και αν προτείνεται, η αξιολόγηση των σχολείων θα ανοίξει το παράθυρο στην εξωτερική και την ατομική αξιολόγηση (επιθεωρητισμός, αυθαίρετη ποσοτικοποίηση ποιοτικών κριτηρίων, ανταγωνισμός, χειραγώγηση, κατηγοριοποίηση εκπ/κών, στοχοποίησή τους για την αναποτελεσματικότητα της εκπαίδευσης και τις επιδόσεις των μαθητών).
Δε συναινούμε στην αξιολόγηση των στελεχών. Μια τέτοια αξιολόγηση που υλοποιεί σταδιακά μνημονιακές δεσμεύσεις, θα έχει συνέπειες στη λειτουργία του κάθε σχολείου, στο παιδαγωγικό κλίμα αλλά και στους ίδιους τους εκπαιδευτικούς. Η επιλογή στελεχών θεωρούμε ότι πρέπει να στηρίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια και εκλογές από τα κάτω.
Επιμένουμε στην επιλογή δ/ντών σχολικών μονάδων με αντικειμενικά κριτήρια και ψηφοφορία από το σύλλογο διδασκόντων, με κατάργηση του καθηκοντολόγιου, με αλλαγή του ρόλου του διευθυντή σε συντονιστή και παράλληλη αύξηση των αρμοδιοτήτων του Συλλόγου σε ένα διευρυμένο δημοκρατικό πλαίσιο. Η επιλογή των υποδ/ντών να γίνεται με βάση το ισχύον σύστημα, και να καθορίζεται ο αριθμός τους σε κάθε σχολείο από τον αριθμό των μαθητών και όχι από τον αριθμό των τμημάτων.
Ο ρόλος των σχολικών συμβούλων πρέπει να αποσυνδεθεί εντελώς από την αξιολόγηση οποιασδήποτε μορφής. Είναι σημαντικό οι σχολικοί σύμβουλοι να διαθέτουν επιπλέον προσόντα συναφή με την παιδαγωγική θεωρία και πράξη, όπως και το να έχουν ένα μικρό διδακτικό ωράριο στα σχολεία τους  κατά τη διάρκεια της θητείας τους, έτσι ώστε να μπορούν να στηρίζουν τους εκπαιδευτικούς και τις πρωτοβουλίες των συλλόγων διδασκόντων.
Διεκδικούμε ουσιαστική επιμόρφωση και πραγματική ενίσχυση του εκπαιδευτικού έργου σε συνθήκες εργασιακής ασφάλειας, παιδαγωγικής ελευθερίας και συλλογικότητας, σε ένα δημοκρατικό σχολείο που θα χωράει όλα τα παιδιά, χωρίς διακρίσεις, και θα παρέχει στέρεες γνώσεις συνδέοντας τη θεωρία με την πράξη και διαπλάθοντας ελεύθερους - σκεπτόμενους ανθρώπους και πολίτες.
Η ποιοτική αναβάθμιση του δημόσιου σχολείου στηρίζεται στην αύξηση των δαπανών για την Παιδεία, στον εκσυγχρονισμό των προγραμμάτων σπουδών, των σχολικών βιβλίων και των διδακτικών μεθόδων, στα αντισταθμιστικά μέτρα στήριξης των μαθητών και στη βελτίωση των όρων και των συνθηκών άσκησης του παιδαγωγικού έργου. Όπως έχει αποδειχτεί μέχρι σήμερα -στη χώρα μας και διεθνώς- καμία ποιότητα δεν μπορεί να βελτιώσουν αποσπασματικές εκπαιδευτικές αλλαγές που επιτάσσονται από μνημονιακές πολιτικές περικοπών και από νεοφιλελεύθερες κατευθύνσεις του ΟΟΣΑ, της ΕΕ και των όποιων «θεσμών» διαλύουν και αποκρατικοποιούν τη δημόσια εκπαίδευση και τη χώρα μας.


Γενάρης του 2017 Η Γραμματεία των ΣΥΝΕΚ


1 Η  Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην “Έκθεση παρακολούθησης της εκπαίδευσης και της κατάρτισης του 2016” για την Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση,(Νοέμβρης 2016)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Bottom Ad [Post Page]